Έλα απόψε στου Μελά... |
Παρασκευή, 06 Ιούλιος 2012 06:55 |
ΚΡΑΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, σε συνεργασία με τον Δήμο Παύλου Μελά, εγκαινιάζει ένα καινούριο θεσμό, τη «Θερινή Σκηνή» στο ιστορικό πρώην στρατόπεδο του Παύλου Μελά, παρουσιάζοντας την επιθεώρηση «Έλα απόψε στου…Μελά».
Ως ιδιαίτερο είδος μπορεί εξωτερικά να έχει πρωταρχικό στοιχείο τη διακωμώδηση της τρέχουσας κοινωνικής και πολιτικής ζωής, πίσω όμως από τη διακωμώδηση υπάρχει κατά κανόνα μια βαθύτερη κριτική προσέγγιση και μια αυτοκριτική, θα έλεγα, διάθεση όσον αφορά τα οικεία κακά. Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στους τόσο δύσκολους καιρούς, όπως οι σημερινοί, και στα πλαίσια των ποικιλόμορφων πρωτοβουλιών του επαφής με το ευρύτερο κοινό, αποφάσισε να εγκαινιάσει και τη Θερινή Σκηνή που θα λειτουργήσει στο άλλοτε Στρατόπεδο Παύλου Μελά ξεκινώντας με τη θεατρική επιθεώρηση «Έλα απόψε στου … Μελά». Θέλω και από τη θέση αυτή να ευχαριστήσω τον Δήμο Παύλου Μελά και προσωπικά τον Δήμαρχο, κ. Διαμαντή Παπαδόπουλο, για τη στενή συνεργασία με το ΚΘΒΕ. Θωμάς Τρικούκης
Σωτήρης Χατζάκης Μια ανάμνηση Η πρώτη φορά που έπαιξα στο θέατρο των «μεγάλων» ήταν το 1957 στο «Ακροπόλ», στην επιθεώρηση «Αλήθειες και ψευτιές» και πήγαινα στη Δευτέρα Δημοτικού. Στην πρώτη πράξη δεν έβγαινα, παίζανε άλλοι...συνάδελφοι, συγκεκριμένα οι Ορέστης Μακρής, Γεωργία Βασιλειάδου, Βασίλης Αυλωνίτης, Ρένα Ντορ, Αλέκος Λειβαδίτης, Καίτη Μπελίντα, Ρένα Βλαχοπούλου, Γιάννης Γκιωνάκης, Νίκος Ρίζος και άλλοι. Σκηνοθέτης ήταν ο Πέλος Κατσέλης, που συνήθως δεν σκηνοθετούσε επιθεωρήσεις αλλά έργα του Σαίξπηρ και γενικά του «σοβαρού» θεάτρου, και στις πρόβες όλοι τον σέβονταν κι έκαναν ό,τι τους έλεγε αλλά μετά την τρίτη παράσταση άρχισαν τα δικά τους για να γελάει ο κόσμος και τους άκουγα στα καμαρίνια που λέγανε: Χόρευε το μπαλέτο του Μανώλη Καστρινού και της Χρυσούλας Ζώκα που παντρεύτηκε τον Γιώργο Φούντα και στο μπαλέτο ήταν χορευτές ο Σειληνός, ο Μεταξόπουλος, ο Πλοιός, νομίζω και ο Σαγιώρ. Χόρευαν και κοπέλες, πολύ όμορφες και πολύ μισόγυμνες, αλλά δε θυμάμαι καμία με τ’ όνομά της, εκτός φυσικά από την Ελένη Προκοπίου που είχε παρατσούκλι, «το Κινεζάκι», και δεν μπορούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από πάνω της. Θυμάμαι ένα χορευτικό που έκανε με τον Σειληνό, όπου η Ελενίτσα ήταν τάχα Κοκκινοσκουφίτσα με κόκκινη κοντή μπαλαρίνα, κόκκινες πουέντ, κόκκινο καλαθάκι και κόκκινο σκουφί εννοείται, και όταν πήγαινε από το καμαρίνι στην κουίντα για να βγει, ο μηχανικός Σκηνής, ο Λουίζος, της ψιθύριζε πάντα: «Φωτιά στα κόκκινα κι εγώ πυροσβέστης» και το Κινεζάκι γελούσε και του έλεγε «Α να χαθείς» κι εγώ ζήλευα. Ο Σειληνός έκανε τον Κακό Λύκο, γυμνός από τη μέση και πάνω, με γκρι κολλάν, κοντό μέχρι τη γάμπα και ξυπόλυτος. Είχε μόνο ουρά κι ένα σκουφί με αυτιά και μ’ άρεσε που, αν και γυμνός, φορούσε στον λαιμό του τον γιακά ενός λευκού πουκάμισου και κόκκινη γραβάτα που τον έκανε να «δένει» με την Κοκκινοσκουφίτσα. Και μου φαινόταν έξυπνο που αμέσως μετά το χορευτικό, παιζότανε ένα νούμερο με το ίδιο θέμα και τώρα την Κοκκινοσκουφίτσα την έκανε η Ρένα Ντορ, που όλο της έπεφτε το βρακί κι αυτή το ανέβαζε κωμικά και ήταν χαμένη τάχα στο δάσος και φώναζε «Κύριε Λύκο...κύριε Λύκο...» κι έβγαινε ο Ρίζος και της έλεγε «Δε με λένε Λύκο, με λένε Νίκο» και της την έπεφτε και καλά, κι εκείνη τα ήθελε, αλλά μετά αυτός έφευγε και η Ντορ τον έψαχνε φωνάζοντας «Νίκο, Νίκο, είσαι εδώ;» Το μεγάλο πλεονέκτημα της παράστασης, που εγώ το έβλεπα για πρώτη φορά, ήταν το βαγόνι. Η ύπαρξή του έδινε τη δυνατότητα στους σκηνογράφους της επιθεώρησης (στη συγκεκριμένη ήταν ο Γιώργος Ανεμογιάννης) να κάνουν παπάδες• φαντάσου, έβλεπες ας πούμε πάνω στη σκηνή στημένη την τότε Πλατεία Ομονοίας με τον τροχονόμο ανεβασμένο πάνω στο στρογγυλό του βάθρο —ο Ρίζος τον έκανε, και φορούσε την περικεφαλαία που είχαν τότε οι τροχονόμοι— κι έμπαινε ο πανύψηλος Αλέκος Λειβαδίτης, ο άντρας της Ρένας Ντορ και αδελφός του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη, μέσα σ’ ένα ντεκουπαριστό σαραβαλάκι από κόντρα πλακέ, και τα πόδια του φαινόντουσαν από κάτω επίτηδες, και τον σταματούσε ο τροχονόμος να τον γράψει κι έβγαινε σοβαρός-σοβαρός ο Λειβαδίτης από το αυτοκινητάκι του και ήταν πιο ψηλός από τον Ρίζο —που ήταν και ανεβασμένος στο βάθρο— και ο κόσμος γελούσε μόνο με το θέαμα, και δεν μπορούσανε να συνεχίσουνε το νούμερο απ’ τα γέλια και τα χειροκροτήματα και τέλος πάντων κάποτε τέλειωνε το νούμερο. Και τότε, τα μεν σπετσάτα που παρίσταναν νεοκλασικά κτίρια παρέμεναν δεξιά και αριστερά στο μπροστινό μέρος της Σκηνής, αλλά το βαγόνι με το βάθρο του τροχονόμου έφευγε αργά-αργά και από την άλλη μεριά έμπαινε μια αστραφτερή άμαξα με το άλογό της —ντεκουπαριστό, εννοείται, αλλά έτοιμο να σου μιλήσει— και στο κάθισμα του αμαξά —ποιος άλλος— ο Ορέστης Μακρής με το καμτσίκι του, με το ταλέντο του, με τη φαλάκρα του, με τα όλα του! Εγώ έβγαινα μετά το διάλειμμα, αλλά έπρεπε να είμαι απ’ την αρχή στο θέατρο για καλό και για κακό —άλλο που δεν ήθελα. Μ’ έντυνε η μάνα μου στο καμαρίνι της κυρίας Μπελίντας, που αν και τραγουδίστρια έπαιζε κιόλας σαν πρωταγωνίστρια, και μάλιστα έκανε τη μαμά μου στο σκετς της δεύτερης πράξης, που ήταν δραματικό και το άρχιζα εγώ ντυμένος με πιτζάμες και καθιστός στο κρεβατάκι μου με νυχτερινό φωτισμό, προσευχόμουν στον καλό Χριστούλη να γυρίσει η μανούλα μου που κάπου έλειπε, αλλά δεν έπρεπε να μαρτυρήσουμε πού, το φυλάγαμε για έκπληξη στους θεατές και μόλις τέλειωνα την προσευχή, έφευγε αργά το βαγόνι με το κρεβατάκι και μ’ εμένα απάνω του, και κατέβαιναν από ψηλά μ’ ένα σταγκόνι τα σίδερα της φυλακής που δεν ήταν, όπως συνηθίζεται, για τους λεβέντες, ήταν για την κυρία Μπελίντα, η οποία έριχνε ένα δραματικό μονόλογο και στο καπάκι ένα ακόμα πιο δραματικό τραγούδι του άντρα της, του μαέστρου Γιάννη Βέλλα. Και μετά η φυλακισμένη έπαιρνε χάρη και κλαίγαμε από χαρά και τέλειωνε η παράσταση, αλλά πριν τελειώσει κάναμε και τη λεγόμενη «αποθέωση», δηλαδή την υπόκλιση που δεν ήταν όπως στα άλλα θέατρα, αλλά πολύ πιο γκλαμουράτη γιατί στο «Ακροπόλ» υπήρχε η «πασαρέλα» —μια προέκταση της σκηνής που έμπαινε μέσα στους θεατές. Στην αρχή έβγαινα μόνος μου μετά από το μπαλέτο και πριν από τους ηθοποιούς, που έβγαιναν κατά σειρά αρχαιότητος ή ανάλογα με το πόσο μεγάλη φίρμα ήταν ο καθένας. Αλλά μόλις έβγαινα μόνος μου —κάτι θα ήξερε ο Σαρλώ που έγραψε ότι τα παιδιά και τα ζώα πάντα κλέβουν την παράσταση— έπεφτε το θέατρο από τα παλαμάκια και τα μπράβο και μετά σιγά-σιγά κόπαζε το χειροκρότημα και ξαναδυνάμωνε μόνο στη Βασιλειάδου. Έρχεται λοιπόν μια μέρα η κυρία Μπελίντα και μου λέει «Γιαννάκη, συνεννοήθηκα με τον κύριο Μπουρνέλη και από σήμερα, άντε τυχεράκια, θα βγαίνουμε μαζί στην αποθέωση, ποιος στη χάρη σου... με τους πρωταγωνιστές θα χαιρετάς!». Και βγαίναμε μαζί χεράκι-χεράκι κι έτσι το άθροισμα των χειροκροτημάτων μας, ξεπερνούσε όλα τα άλλα και οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές τη ζηλεύανε τη Μπελίντα, μέχρι που κάποιος τη γλωσσόφαγε φαίνεται και πάτησε την ουρά της απαστράπτουσας τουαλέτας της και σαβουριάστηκε η κακομοίρα πάνω στο φόρτε του θριάμβου της και μου λέει την άλλη μέρα «Είδες; Δεν χωράμε κι οι δυο στην πασαρέλα Γιαννάκη, βγαίνε καλύτερα μόνος σου όπως πριν», αλλά την άκουσε η Βασιλειάδου, που έτσι κι αλλιώς έπαιρνε το μεγαλύτερο χειροκρότημα, και της λέει «Άσε βρε Καίτη, δεν πειράζει, θα το βγάζω εγώ το παιδί». Και μ’ έπαιρνε από το χεράκι και βγαίναμε μαζί και όταν φτάναμε στη μέση της πασαρέλας, η Βασιλειάδου μ’ έσπρωχνε μπροστά κι αυτή καθότανε λίγο πιο πίσω για να πάρω το δικό μου χειροκρότημα και μετά την έπιανα εγώ και την έφερνα πιο μπροστά και το χειροκρότημα διπλασιαζόταν, γιατί ο κόσμος ήξερε τότε να επιβραβεύει όχι μόνο το ταλέντο αλλά και το ήθος. Τι είπες; Ε, όχι! Δεν ξεχνιούνται αυτά. Γιάννης Καλατζόπουλος Σημείωμα Δημάρχου Παύλου Μελά Φέτος εγκαινιάζεται μία νέα συνεργασία ανάμεσα στον Δήμο Παύλου Μελά και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Αν και είμαστε συνεργάτες από παλιά, κυρίως μέσω της Μονής Λαζαριστών, η νέα αυτή συνεργασία έχει τη δική της ξεχωριστή σημασία. Είναι χαρά μας που φιλοξενούμε στη Θερινή Σκηνή του ΚΘΒΕ μία δράση με υψηλό επίπεδο και ποιότητα. Στην κρίση απαντάμε με Πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι επένδυση στον Άνθρωπο και την κοινωνία. Ειδικά στις δύσκολες αυτές στιγμές ένα θέατρο δημοσίου συμφέροντος δίνει ένα τόνο θετικότητας και την έχουμε ανάγκη. Και η συνεργασία αυτή έρχεται στη σημαντική για την πόλη συγκυρία του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωσή της και το κλείσιμο 100 ετών από τη λειτουργία των Δυτικών Συνοικιών. Σημαντικό όμως στοιχείο της νέας συνεργασίας είναι το γεγονός ότι μπαίνουμε στο στρατόπεδο. Ο Δήμος Παύλου Μελά δεν περιμένει άλλο. Οι πολίτες είναι εδώ και διεκδικούν τους ελεύθερους χώρους που τους ανήκουν. Αποδεικνύουμε την ανάγκη αξιοποίησης του χώρου υπέρ του πολιτισμού με έμφαση στο χρηστικό πράσινο. Δίνουμε ζωή στα χαλάσματα, στα ερειπωμένα κτίρια που καταστρέφονται. Διαμαντής Παπαδόπουλος
ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ: Ώρες λειτουργίας ταμείων: Τηλ. κρατήσεων: 2315 200200 |